Λούτσοβος, παλιά ονομασία του χωριού ΚΟΚΚΙΝΟΣ, που βρίσκεται σε προνομιάκη θέση, έχοντας την λίμνη ΜΟΡΝΟΥ πραγματικά στα πόδια του. Ουσιαστικά τα πόδια του χωριού η εύφορος κοιλάδα του Μόρνου, σκεπάστηκε από τα νερά της τεχνητής λίμνης και ανάγκασε τους κατοίκους να φύγουν και να εγκατασταθούν σε άλλα μέρη κυρίως στην ΑΘΗΝΑ.
Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018
Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018
Χαιρετισμός αναχωρησάντων
Δυστυχώς με το τέλος του χρόνου οι απώλειες για το χωριό μας είναι απανωτές ...
Την Παρασκευή χάσαμε την πρεσβυτέρα Ελένη Μετάνια και το Σάββατο τον σύζυγο της Σοφίας Καραδήμα -Αγγελάκο, γαμπρό του χωριού μας .
Η εξόδιος ακολουθία της Ελένης Μετάνια έγινε στο νεκροταφείο του χωριού μας το Σάββατο . Η εκλειπούσα ήταν 99 χρόνων και έσβησε ήρεμα στα χέρια των δικών της στην Αθήνα όπου έμενε τα τελευταία χρόνια . Είχε δυο παιδιά τον Θόδωρο και τον Γιώργο και είχε την ευτυχία και την ευλογία να γνωρίσει και να χαρεί νύφες και εγγόνια ζώντας κοντά στα παιδιά της και παρά το προχωρημένο της ηλικίας ειχε καλή σωματική και ψυχική υγεία .
Η θειά Ελένη ήταν από τις πιο αγαπητές γυναίκες του χωριού μας, δούλεψε σκληρά μαζί με τον σύζυγο την τον αείμνηστο Παπαδημήτρη για να μεγαλώσει την οικογένεια της και να ξεπαράσει την φτώχεια που μάστιζε εκείνα τα χρόνια την ελληνική ύπαιθρο .
Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους της και να πάρουν τα χρόνια της να τη θυμούνται
Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018
Χαιρετισμός αναχωρησάντων
Στις 19 Δεκεμβρίου μια ακόμη απώλεια για το χωριό μας . Η Τασία Κοράκη σύζυγος του Δημήτρη Κοράκη ( Καμάρα ) έφυγε από τον Κόσμο τούτο .
Η Τασία , κόρη του Κώστα και της Ελένης Κολοκυθά, είχε δημιουργήσει με τον σύζυγο της μια εξαίρετη οικογένεια , απέκτησε 4 παιδιά και είχε την ευλογία να τα χαρεί και να καμαρώσει και τα εγγόνια της .
Πάλαιψε σκληρά στην ζωή της ,όπως άλλωστε όλες οι γυναίκες της γενιάς της , σε εποχές δύσκολες . Είχα την χαρά να γειτνιάζουμε τόσο στο χωριό όσο και στο κάμπο ( η δική μου οικογένεια στον Μαρμαράκι και η δική της στα Ψηλά Αμπέλια ) και βιώναμε οικογενειακά και τα καλά και τα άσχημα της ζωής . Πάντα πρόθυμη και καλοσυνάτη να βοηθήσει και να συνδράμει στα δύσκολα .
Θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια της ,
καλό ταξίδι θεία Τασία και θα σε θυμόμαστε πάντα με τις καλύτερες αναμνήσεις .
Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2018
Από το efsyn.gr η παρακάτω ανάρτηση
Της λίμνης τα φαντάσματα
Συντάκτης:
Θοδωρής Αθανασιάδης
«Μέσα σ’ ένα σύννεφο σκόνης φάνηκαν τα πρώτα “θεριά” και άρχισαν να ξεριζώνουν τον τόπο μας.
Για χρόνια τα μηχανήματα έσκαβαν τα σπλάχνα της γης, έριχναν κάτω πελώρια δέντρα, γκρέμιζαν λόφους λες και ήταν τραπουλόχαρτα!
Τα φορτηγά σειρές, το ένα πίσω από το άλλο φόρτωναν τις πέτρες και σήκωναν το φράγμα.
Οταν τα έργα τελείωσαν, το ποτάμι άρχισε να πνίγει τα χωραφάκια μας που για αιώνες πότιζε και ευεργετούσε.
Αφήσαμε τα προγονικά μας, τους τάφους των παππούδων μας και φύγαμε…
Οσοι άντεξαν, κάθισαν και έβλεπαν το Κάλλιο -εμείς το λέμε Βελούχοβο- να βυθίζεται αργά και βασανιστικά μέσα στο νερό.
Ετσι έγινε η λίμνη του Μόρνου, για να ξεδιψάσει η Αθήνα, μας είπαν…».
Για χρόνια τα μηχανήματα έσκαβαν τα σπλάχνα της γης, έριχναν κάτω πελώρια δέντρα, γκρέμιζαν λόφους λες και ήταν τραπουλόχαρτα!
Τα φορτηγά σειρές, το ένα πίσω από το άλλο φόρτωναν τις πέτρες και σήκωναν το φράγμα.
Οταν τα έργα τελείωσαν, το ποτάμι άρχισε να πνίγει τα χωραφάκια μας που για αιώνες πότιζε και ευεργετούσε.
Αφήσαμε τα προγονικά μας, τους τάφους των παππούδων μας και φύγαμε…
Οσοι άντεξαν, κάθισαν και έβλεπαν το Κάλλιο -εμείς το λέμε Βελούχοβο- να βυθίζεται αργά και βασανιστικά μέσα στο νερό.
Ετσι έγινε η λίμνη του Μόρνου, για να ξεδιψάσει η Αθήνα, μας είπαν…».
Αυτή ήταν η ιστορία που μας αφηγήθηκε πριν από λίγα χρόνια ένας από τους πρώην κατοίκους του χωριού Κάλλιο, από αυτούς που έχασαν τα σπίτια τους όταν η τεχνητή λίμνη έπνιξε την όμορφη κοιλάδα της Βελάς και το χωριό τους.
Ετσι, για την ιστορία, να πούμε πως η τεχνητή λίμνη του Μόρνου σχηματίστηκε μετά την ανύψωση χωμάτινου φράγματος ύψους 126 μέτρων που έκοψε τη ροή του ποταμού Μόρνου δημιουργώντας έναν τεχνητό ταμιευτήρα, έργο που δημιουργήθηκε για να μπει στην υπηρεσία της σπάταλης και υδροχαρούς πρωτεύουσας!
Τα έργα για την ανύψωση του φράγματος ολοκληρώθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Το χωριό Κάλλιο εγκαταλείφθηκε οριστικά από τους ανθρώπους του τον Ιανουάριο του 1980, λίγο πριν βυθιστεί στο νερό.
Ενα κανάλι μήκους 192 χιλιομέτρων ανέλαβε να μεταφέρει το νερό του ταμιευτήρα στα διυλιστήρια της Αθήνας και από εκεί στις βρύσες των Αθηναίων.
Σήμερα, μετά από εκτεταμένες περιόδους ξηρασίας -περίπου κάθε 10 χρόνια-, τα Κάλλιο αναδεύεται σαν φάντασμα από τον λασπωμένο βυθό και απλώνει στο φως του φθινοπωρινού ήλιου τα ερειπωμένα και σιωπηλά σαν σκέλεθρα σπίτια του!
Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω
Αφετηρία για εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή του Μόρνου, των Βαρδουσίων και της Γκιόνας είναι το Λιδορίκι, μια αγροτοκτηνοτροφική πολίχνη 1.500 κατοίκων που βρίσκεται κοντά στις όχθες της λίμνης σε ύψος 550 μέτρων.
Ερχόμενοι από την Αθήνα -μέσω Αράχοβας ή Διστόμου- δεν θα χρειαστεί να διανύσετε συνολικά περισσότερο από 235 χλμ. Από τη Θεσσαλονίκη (μέσω Θερμοπυλών-Μπράλου-Αμφισσας) το Λιδορίκι απέχει 380 χλμ. και από την Πάτρα μέσω Ναυπάκτου 95 χλμ.
Οι υποδομές στην περιοχή μετά τη δημιουργία μικρών ξενοδοχειακών μονάδων και παραδοσιακών ξενώνων θεωρούνται σχετικά καλές και οι επισκέπτες δεν θα στερηθούν τίποτα σε ανέσεις προκειμένου να εξερευνήσουν τον υπέροχο αυτό βουνίσιο κόσμο.
Ραντεβού με την Ιστορία
Οπως έχει συμβεί σε παρόμοιες περιπτώσεις, η νεότευκτη λίμνη δεν πλημμύρισε βέβαια μια «νεκρή» κοιλάδα.
Πολύ πριν έρθουν οι τοπογράφοι και οι εντολοδόχοι των κατασκευαστικών εταιρειών, αυτός ο τόπος ζούσε ειρηνικά στους δικούς του ρυθμούς, παρέα με την όμορφη φύση και τους αγέρωχους ξωμάχους του.
Το χωριό Κάλλιο, γνωστό στους ντόπιους με το όνομα Βελούχοβο ή Βελούχι, κουβαλά τα σημάδια μιας Ιστορίας που γυρνά πίσω στους ελληνιστικούς χρόνους, τότε που η αρχαία Καλλίπολη, χτισμένη στη θέση του παλιού οικισμού, υπήρξε ακμάζουσα αιτωλική πολιτεία.
Η μοίρα της συνδέθηκε με δύο σημαντικά γεγονότα. Το 426 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου οι Αιτωλοί νίκησαν κατά κράτος τους Αθηναίους, ενώ το 279 π.Χ. η καταστροφή ήρθε με την εισβολή των Γαλατών.
Σήμερα είναι ορατά μόνο τμήματα της αρχαίας ακρόπολης που δεσπόζουν στην κορφή του απόκρημνου λόφου, ενώ τα υπόλοιπα ερείπια είναι βυθισμένα στο νερό. Ο,τι κατάφεραν να διασώσουν οι αρχαιολόγοι εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λιδορικίου. Οπωσδήποτε αξίζει να το επισκεφθεί κάποιος.
Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας στο Βελούχοβο τελείωνε η επικράτεια της βαρονίας των Σαλώνων και άρχιζε το Δεσποτάτο της Ηπείρου.
Μάλιστα οι Φράγκοι αφεντάδες που όριζαν τη βαρονία των Σαλώνων (Αμφισσα), έχτισαν επάνω στα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης κάστρο, για να ορίζουν τη μεθοριακή αυτήν περιοχή.
Το Βελούχοβο αργότερα, το 1450, πέρασε στα χέρια των Τούρκων και καθώς δεν εξυπηρετούσε πλέον τις ανάγκες για τις οποίες χτίστηκε, ερήμωσε.
Απομεινάρια του κάστρου διακρίνονται ακόμη στο ύψωμα που δεσπόζει πάνω από το βυθισμένο Κάλλιο.
Δυστυχώς το περίφημο φραγκικό οξύκορφο γεφύρι του Στενού, που διευκόλυνε για αιώνες το πέρασμα στα Χάνια Στενού -το αναφέρει και ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του-, έχει καταποντιστεί για πάντα στο βαθύτερο σημείο της υγρής αγκαλιάς της τεχνητής λίμνης.
Γύρω από τη λίμνη
Ξεκινώντας από το Λιδορίκι μπορείτε να κάνετε μια ευχάριστη εκδρομή οδηγώντας για 65 χιλιόμετρα περιμετρικά των όχθεων της λίμνης.
Ο δρόμος είναι στο σύνολό του ασφάλτινος, αλλά έχει –όπως είναι φυσικό- πολλές στροφές, οπότε μετά από κακοκαιρία χρειάζεται προσοχή.
Φυσικά σημείο αναφοράς σε αυτήν την όμορφη διαδρομή είναι η πηγή Βελούχοβο, ο κυριότερος τροφοδότης νερού μετά τον ποταμό Μόρνο. Θα τη βρείτε πλάι στον δρόμο, πάνω από το βυθισμένο χωριό Κάλλιο.
Αν το χωριό έχει αναδυθεί και πάλι από τον βυθό της λίμνης, το καλύτερο είναι να ατενίσετε τα χαλάσματά του από το ύψος του δρόμου. Η κατάβαση στις λασπωμένες όχθες και η περιπλάνηση πλάι στους γκρεμισμένους τοίχους εγκυμονεί κίνδυνους.
Αναζητήστε τον απότομο χωματόδρομο -αν δεν έχετε ψηλό αυτοκίνητο, συνεχίστε με τα πόδια- ώσπου να φτάσετε στη θέση όπου υπήρχε η ακρόπολη του αρχαίου Κάλλιου.
Από εδώ η θέα στις όχθες της λίμνης είναι καταπληκτική. Πλάι στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου διακρίνονται τμήματα του αρχαίου τείχους, αλλά και των μεσαιωνικών οχυρώσεων.
Οδηγώντας περιμετρικά της λίμνης θα δείτε διάφορους ασφάλτινους δρόμους που δρασκελίζουν τις πλαγιές των Βαρδουσίων και οδηγούν στα χωριά Κλήμα, Κόκκινο, Περιβόλι και στο Δωρικό όπου διασώζονται αρκετά παραδοσιακά πέτρινα σπίτια.
Λίγο πιο μακριά, στη νοτιοδυτική πλευρά των Βαρδουσίων, κρυμμένοι στα δύσβατα πρανή είναι οι οικισμοί Δάφνος, Ψηλό Χωριό, Διακόπι και Διχώρι που σίγουρα αξίζουν την προσοχή σας, καθώς αγκαλιάζονται ολόγυρα από πυκνόφυτο δάσος ελάτων και βελανιδιάς.
Νότια και ανατολικά από το φράγμα σε υψόμετρο 580, βρίσκεται το χωριό Μαλανδρίνο που υπάρχει εδώ από τον 14ο αιώνα στη θέση που πιθανόν βρισκόταν ο αρχαίος Φύσκος (4ος π.Χ. αιώνας), έδρα των Εσπερίων Λοκρών. Στην περιοχή έχουν ανασκαφεί τμήματα οχύρωσης που αποτελούν μέρος της αρχαίας ακρόπολης.
Επιστροφή μέσα από τα βουνά
Από το Μαλανδρίνο θα κατηφορίστε προς τον Κορινθιακό Κόλπο και θα πέσετε στον δρόμο που συνδέει την Ιτέα με τη Ναύπακτο. Αν κατευθύνεστε προς Αθήνα ή Θεσσαλονίκη, υπάρχει και μια εναλλακτική διαδρομή.
Από το Λιδορίκι μπορείτε να συνεχίσετε βόρεια προς Λευκαδίτι. Σε αυτό το σημείο η κοίτη του ποταμού Μόρνου διαχωρίζει τους ορεινούς όγκους της Γκιόνας και των Βαρδουσίων.
Αυτή τη φυσική διέξοδο εκμεταλλεύεται ο δρόμος Λιδορικίου – Παύλιανης.
Ακολουθώντας τον θα περάσετε από τα χωριά Λευκαδίτι και Συκιά, θα αφήσετε πίσω τις διασταυρώσεις για Αθανάσιο Διάκο, Στρώμη και Καλοσκοπή, θα διαπεράσετε το θαυμάσιο ελατόδασος που καλύπτει τον αυχένα που συνδέει την Οίτη με την Γκιόνα και θα κατηφορίσετε προς την Παύλιανη.
Συνολικά από το Λιδορίκι ώς την Παύλιανη θα διανύσετε 50 χιλιόμετρα σε μία ώρα περίπου (λόγω στροφών).
Από την Παύλιανη οι Θερμοπύλες και η εθνική οδός Αθηνών – Θεσσαλονίκης απέχουν 40 χιλιόμετρα.
Κείμενο - φωτογραφίες: Θοδωρής Αθανασιάδης /viewsofgreece.gr
Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018
Λούτσοβο
Είναι το σημερινό χωριό Κόκκινο Δωρίδος. Πιθανόν
Είναι το σημερινό χωριό Κόκκινο Δωρίδος. Πιθανόν
από τη βλάχικη λέξη λουτσέσκου = λάμπω (λουτσίτου = λαμπρός) + οβα και σημαίνει κτηνοτροφική περιοχή ‐ οικισμός, όπου λάμπει ο ήλιος όλη τη μέρα. Πράγματι, το εν λόγω χωριό είναι χτισμένο στην άνω ζώνη μεσημβρινής πλαγιάς μιας ψηλής βουνοκορφής, κοντά στη λίμνη του Μόρνου. Τέτοιο τοπωνύμιο δεν έχει εντοπιστεί στο λοιπό βαλκανικό χώρο
Ο Γιώργος Γιάννη Σταμάτης (Βραχιώτης) γεννήθηκε στη Λιλαία (Κάτω Αγόριανη ) Παρνασσίδας. Ηταν δάσκαλος και υπηρέτησε στα χωριά Λούτσοβο της Δωρίδας και Θαρούνια της Εύβοιας όπου δόθηκε το όνομά του σε κεντρικό δρόμο. Λοχίας Πυροβολικού στον πόλεμο του '40, στην Κατοχή, μαζί με άλλους πατριώτες από το χωριό του και την περιοχή συγκρότησαν την πρωτοπόρα 8η ομάδα ανταρτών Παρνασσίδας, που αργότερα έγινε 5ο ανεξάρτητο Τάγμα του ΕΛΑΣ, το οποίο εξελίχθηκε στο 36ο Σύνταγμα.
Μετά την Απελευθέρωση κυνηγήθηκε και κακοποιήθηκαν οι γονείς του. Αναγκάστηκε να βγει στην παρανομία. Το 1946 στον Παρνασσό συναντήθηκε με παλιούς συναγωνιστές του και καταστρώνουν σχέδια για να αντιμετωπίσουν το κύμα της τρομοκρατίας, που εξαπολύθηκε ενάντια στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
Στις 14 Σεπτέμβρη 1946 κυκλώθηκαν στη θέση Ψηλή Ράχη του Παρνασσού. Εκεί σκοτώθηκε.
Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018
Τα βόδια της Βαρνάκοβας
Τα Βόδια της Βαρνάκοβας
Μια ιστορία ζωοκλοπής του 1925
[Του Κων. Ι. Ασημακόπουλου]
Το Μοναστήρι της Βαρνάκοβας
Πηγή: https://www.google.com/search?q=Μοναστήρι+Βαρνάκοβας&safe
Βρισκόμαστε γύρω στο 1925. Μόλις καταλάγιασαν οι πόλεμοι από το 1912-1922 και ξαναγέμισετο χωριό μας από άνδρες. Το χρήμα σπάνιο και περιορισμένο σχεδόν σε λίγους τοκογλύφους. Ταμέσα επικοινωνίας υποτυπώδη, οι ανταποκρίσεις, μεταξύ των χωριών γίνονταν με αγωγιάτες και οισυναλλαγές είδος με είδος.
Παρόλα αυτά η ζωή συνεχιζόταν και ο κόσμος κυκλοφορούσε μέρα και νύχτα καλλιεργώντας ταχωράφια του και βόσκοντας τα πολυάριθμα τότε γιδοπρόβατα και βοοειδή που αλώνιζαν τιςπλαγιές και διατηρούσαν στο ακέραιο τα ήθη και έθιμα, τις αδυναμίες τους, και το κυριότερο τοκλέψιμο των ζώων, κουσούρι που κληρονόμησαν από την εποχή της κλεφτουριάς, που κατά τουςδικούς τους άγραφους νόμους αποτελούσε λεβεντιά. Δύο γεροδεμένα άνδρες λοιπόν αποφάσισαν να εξορμήσουν στην αγέλη από βόδια της Βαρκάνοβας, που έβοσκαν ελεύθερα στιςπλαγιές του μοναστηριού και σε ημιάγρια κατάσταση.
Για να πιάσουν οι καλόγεροι ζωντανά έστηναν παγίδες και για να τα σφάξουν τα πυροβολούσαν. Ήταν ο Χαραλ. Αθ. Καρρά (Καροχαραλάμης) και ο Χρήστος Ανδρ. Ανδρεόπουλος (Ντουζοχρήστος). Ο πρώτος γεννήθηκε το έτος 1884 και ο δεύτερος το 1885. Διαβαίνονταςμονοπάτια και ρουμάνια μέσα στην άγρια νύχτα, έφτασαν τα ξημερώματα στην περιοχή τηςΒαρνάκοβας την ώρα που τα ζώα ξεκίναγαν για βοσκή. Κρύφτηκαν στο πυκνό δάσος και παραμόνευαν δίπλα από μια "σύρτα" να περάσει το βόδι που ήθελαν για να το πυροβολήσουν. Με τοποδοβολητό των βοδιών, δεν άργησε ένα να πέσει με τον πρώτο πυροβολισμό από τον Ντούζο που είχε οπλισμένο το δίκαννο. Το έδεσαν με μια τριχιά το μετέφεραν τραβώντας στο ρέμα και το έγδαραν σε ένα απόμερο μέρος. Αφού το κομμάτιασαν, το έβαλαν σε μεγάλα σακούλια και το μετέφεραν πάνω από τη γέφυρα της Ρέρεσης, ακριβώς απέναντι από το μύλο του Κατέλη.
Η γέφυρα τότε ήταν για ζώα και ανθρώπους, διότι ο αμαξητός δρόμος έγινε το 1935-1940. Κάθισαν κάτω από μια αργιά να ξεκουραστούν. Κρέμασαν και τα σακούλια τους, ενώ, ψιλόβρεχε. Ο Χρήστος ακούμπησε το δίκαννο στον κορμό του δένδρου και παραμέρισε προς την πλαγιά για σωματική του ανάγκη. Ο Καρράς κάθισε σε μια κοτρόνα, έστριψε τσιγάρο και αγρυπνούσε για παν ενδεχόμενο. Δεν πρόλαβε να τελειώσει το τσιγάρο του, και είδε κάτω από τη γέφυρα να ξεμυτίζουν κάτι κεφάλια με καπέλα που έμοιαζαν με πηλίκια. Πέταξε το τσιγάρο καθώς και τη σακούλα με τον καπνό για να γλιτώσει τον τζερεμέ. Δεν έπεσε έξω, διότι έρχονταν ποτάμι-ποτάμι δυο χωροφυλακές με τον επικεφαλή τους. Κράτησε την ψυχραιμία του για το πώς θα δικαιολογήσει τα κρέατα και να μην πέσει σε αντιφάσεις, ενώ ο Χρήστος μυρίστηκε τους Χωροφύλακες και εξαφανίστηκε. Πλησίασαν οι χωροφύλακες:
-Γεια σου.
Ήταν η πρώτη κουβέντα του επικεφαλή.
-Γεια σας.
-Τι κάνεις εδώ;
Και το μάτι του καρφώθηκε στα σακούλια.
-Να, αρρώστησε ένα βόδι, από τα δικά μου που έχω εδώ πιο πάνω, το έσφαξα, να μην πάει χαμένο και το έβαλα στα σακούλια.
-Λες αλήθεια; Από πού είσαι; Πώς ονομάζεσαι;
Και τον κοίταξε πατόκορφα.
-Αλήθεια σας λέω. Είμαι από το κάτω Παλιοξάρι και λέγομαι Καρράς.
Λίγο πιο πέρα, περνούσε μια γριά από το Κουπάκι με ένα μουλάρι φορτωμένο με άλεσμα. Τη φώναξαν οι χωροφυλακές και τη ρώτησε ο επικεφαλής αν γνώριζε τον Καρρά. Και η γριά με τη βραχνή της φωνή:
-Ναι, τον ξέρω. Πραγματικά τον ήξερε.
-Καλά πήγαινε.
Το ζουμί όμως θα έβγανε από το δίκαννο που οι χωροφύλακες το "καμάκιασαν" από την πρώτη στιγμή. Μέχρι εδώ, ο Καρράς τα μισομπάλωσε. Τώρα όμως έπρεπε να καλύψει κα την υπόθεση του όπλου.
-Τίνος είναι το όπλο;
-Ένας κυνηγός πέρασε από δω, χωρίς να τον γνωρίζω, κουβεντιάσαμε λίγο, και άφησε το όπλο του να πάει για σωματική του ανάγκη. Φαίνεται σας κατάλαβε και δεν ξαναγύρισε.
Ένας χωροφύλακας πήρε το όπλο. Είδε όμως το κοντάκι χαραγμένα τα αρχικά Χ.Α.Α., δηλ. Χρήστος Ανδρ. Ανδρεόπουλος, πράγμα που ο μεν Καρράς δε γνώριζε, οι δε χωροφύλακες δεν του είπαν τίποτε.
Πριν προβούν σε άλλη ενέργεια ρώτησαν τον Καρρά αν έπεσε στην αντίληψη του ένα νεαρό ζευγάρι να περνάει εκεί κοντά Ο Καρράς απάντησε αρνητικά και από εκείνη τη στιγμή ήταν κρατούμενος. Τον έβαλαν και κουβάλησε τα σακούλια με το κρέας στον κοντινό μύλο του Κατέλη, το οποίο φυσικά κατασχέθηκε, με άγνωστη την παραπέρα τύχη του. Υποχρέωσαν το μυλωνά να βάλει στη γάστρα ένα κομμάτι από το κρέας και αφού ψήθηκε καλά έφαγαν και ήπιαν όλοι μαζί.
Σε όλο αυτό το διάστημα ο Καρράς χάλαγε το μυαλό του για ποιο νεαρό ζευγάρι τον ρώτησε ο Αστυνόμος. Ύστερα από καιρό έμαθε ότι ένας νεαρός απήγαγε, την καλή του, τράβηξαν προς το ποτάμι και εξαφανίστηκαν. Οι γονείς της κοπέλας ζήτησαν τη βοήθεια της αστυνομίας και το απόσπασμα τους αναζητούσε. Ο Καρράς έπεσε στα χέρια τουαποσπάσματος τυχαία. Όσο για το Χρήστο πήγε στο χωριό του και έκανε το κορόιδο χωρίς ναβγάλει τσιμουδιά σε κανέναν.
Η αστυνομία εξακρίβωσε με τον τρόπο της σε ποιον ανήκαν τα αρχικά γράμματα του όπλου. Τηςαναφέρθηκε η κλοπή του βοδιού στο Μοναστήρι, διότι φαίνεται ακούστηκε ο πυροβολισμός, αλλάκαι μια άλλη κλοπή άλλου βοδιού στο Τείχιο την ίδια μέρα, που φυσικά οι πρωταγωνιστές τηςυπόθεσης Καροχαραλάμης και Ντούζος δεν είχαν καμιά σχέση, ενώ του στήθηκε κατηγορία και γιατα δυο βόδια. Τράβηξαν με συνοδεία τον Καρρά στο Μεσολόγγι περπατώντας όλη τη νύχτα, όπουτον κράτησαν υπόδικο μέχρι να γίνει η δίκη.
Την άλλη μέρα ξεκίνησε ένα απόσπασμα για το Παλιοξάρι για να συλλάβει το Ντούζο που έβοσκεαμέριμνος τα πρόβατα του στην περιοχή Γαύρος, μαζί με τον αδελφό του Θάνο, κατά δύο χρόνιαμεγαλύτερο του. Πριν μεσημεριάσει, είδαν χωροφύλακες να κατηφορίζουν στο λόγγο. Το Χρήστοτον έκαψαν τα κρεμμύδια αλλά είχε και μια ελπίδα μήπως οι χωροφυλακές δεν πρόσεξαν τα αρχικάτου γράμματα στο όπλο και έρχονταν τώρα για άλλη υπόθεση. Ο δε Θάνος τους καλοδέχτηκε μηξέροντας ο δόλιος τι περίμενε κι αυτόν χωρίς πολλή χρονοτριβή συνέλαβαν το Χρήστο ο οποίοςόπως ήταν φυσικό έπεσε σε αντιφάσεις, διότι δε γνώριζε τι είπε ο Καρράς.
Τον συνέλαβαν τον πήγαν στο Μεσολόγγι με την ίδια κατηγορία με τον Καρρά και τον έκλεισανστο ίδιο κρατητήριο. Ένας χωροφύλακας παρέμεινε να ασχοληθεί με τον ανυποψίαστο Θάνο. Τιείχε όμως συμβεί;
Ο Θάνος είχε υπογράψει κάποτε ένα γραμμάτιο, στο γνωστό τότε δανειστή χρημάτων Κων. Κοσσίδα, που είχε λήξει και διαμαρτυρηθεί, χωρίς ακόμα να το έχει πληροφορηθεί ο Θάνος. Πριν οιχωροφύλακες φτάσουν στα δυο αδέλφια, είχαν περάσει από το Καλύβι του Κασσίδα νατακτοποιήσει και τις δικές του υποθέσεις, χωρίς ο χωροφύλακας να δώσει εξηγήσεις στο Θάνο, τονσυνέλαβε και. αφού ελήφθη μέριμνα για την εξασφάλιση των γιδοπροβάτων των δυο αδελφών, τον τράβηξαν κατευθείαν για την Άμφισσα, με χειροπέδες. Φαίνεται ότι τον είχε ζωγραφίσει καλάο Κασσίδας...
Έφτασαν όλη νύχτα στην Άμφισσα, χωρίς να εξηγηθεί στο Θάνο γιατί πάει κρατούμενος. Πριν μπειστο κρατητήριο του ανακοίνωσαν την κατηγορία. Κρατήθηκε υπόδικος σχεδόν ένα μήνα. Κατά τηδίκη κάποιοι εγγυήθηκαν και αφέθηκε ελεύθερος.
Οι δυο έγκλειστοι στο κρατητήριο Μεσολογγίου ανέμεναν την εκδίκαση της υπόθεσης. Πληροφορήθηκαν όμως ότι στο Μεσολόγγι υπηρετούσε ένας αξιωματικός της χωροφυλακής από το Ευπάλιο, Αθαν. Αναγνωστόπουλος. Του ζήτησαν τη βοήθεια να μεσολαβήσει για την αποφυλάκιση τους, αλλά εκείνος δεν έδωσε τόση σημασία. Ανάθεσαν σε δυο διακεκριμένους δικηγόρους την υπόθεση τους οποίους καλοπλήρωσαν. Κατά την εκδίκαση τους εκδόθηκε η παράδοξη απόφαση:
Καταδικάστηκαν για το βόδι του Τειχίου που δεν έκλεψαν και αθωώθηκαν για εκείνο τηςΒαρνάκοβας που έκλεψαν. Την παραπάνω περιπέτεια διηγήθηκαν σε ανύποπτο χρόνο στο καφενείο του Γερακάρη ο ένας των πρωταγωνιστών Καρράς, με τον αδελφό του άλλου, Θάνου.
Και δεν ήταν η πρώτη. Θα μπορούσαμε να συμπληρώναμε ολόκληρους τόμους αν ήταν δυνατόννα καταγράφουμε τέτοια γεγονότα, που διαιωνίζονταν από παππού σε εγγονό και σκιαγραφούσαν τον τρόπο ζωής σε ένα κομμάτι του Ελληνικού λαού.
Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ», Οκτώβριος 2003
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)